Apologismos

Όλοι οι δρόμοι οδηγούν στην Ρώμη
Ο θάνατος περιμένει στην όχθη με ανοιχτή την αποχη
Εσύ ένα ψάρι κολύμπι στην πόλη πολλά τ'αγκιστρια κι η τύχη προδωνει
Ένα κεφάλι αδαμαστο κυρίως αγράμματο
Στις προσκλήσεις άφαντος αν δεν αξίζει γαματο
Δε μένει χωρίς προκλήσεις δεν ξέρω αν το χεις δει εσύ
Αλλά μισή την στολή ως μεταμφίεση υπερβολή; ή μήπως εμπειρίες ειν
Με αναμνήσεις που τον κρατάν στην πίεση
Και στην λιθη επηρρεπης με την Jane και τα συμπραγαλα
Τα ράμματα βαλαν στο κεφάλι όσα με γράμματα προσπαθεί να βγάλει
Καλαμαράκια ουζάκι που από πίσω σερβίρουν οι άθλιοι
Βίκτωρ Ουγκώ στάση εργασίας που δε φέρνει άποφάσεις
Κι αποφάσεις που δεν ξέρεις αν προλαβαίνεις να πάρεις
Δεν βγαίνει δεν βγαίνει που να πάρει

Γραφή καταραμένη γραμμένη σε αφή με αυτήν απλωμενη σε ακτή
Απλά έτσι βγαίνει τι να πεις
Τον ευχαριστεί σαν λεπίδα ακονισμενη για χαραγμη
Στο μυαλό σου που θα θυμηθείς όσο χτενιζοσουν μια σκηνή που χρόνια απωθείς
Να βρεις πως να το πεις
Μετατραυματικο σοκ στην οσμή δάκρυ πέφτει ψηλά οι παλμοί
Πολλές φορές πολύ κοντά
Σαν να ξεκινάν οι ψαλμοί πριν ταφεις στο
Χώμα, χώμα σαν το χωράφι που παιζαμε
Κάποια δάκρυα που καιγανε
Όλα φύγαν, τώρα εταιρίες κι αστοί χαίρονται
Οι νέες βίλες χειμώνα έρημες ή καταλήψεις αγέρωχες
Φαντασιακή εικόνα η οποία του έμεινε

Πως καλύτερος από όλους και μισεί τον εαυτό του
Μπρο δεν ξέρω, και ποιος ελέγχει εδώ τον ειρμό του
Ποτέ δεν κατάφερα να ανεχτώ το τέλος
Με θέλει ανοιχτό αλλά εγώ είμαι στο κλείσιμο φεύγω
Δεν θα το καθαρίσω καν φωτογραφία μέσα το αφεντικό που κοιτώ με μένος
Πιωμένος που μπρος δε βλέπω μηχανικός είναι γι αυτό που θέλω
Το gran turismo τη μηχανή να λύσω
Πάλι απτην αρχή πιο πίσω για την αρπαγή των λίγων
Γύρνα το τριγαρο γύρω, τοίχο στην ψυχή μου βρίσκω
Και η στάχτη με αφυπνιζει λίγο αφού θυμίζει αυτή τη σάρκα που θα στείλω

Τι να σκεφτώ όταν αυτός γυρίσει πίσω μεθυσμένος απτο απέναντι βινο να μου κάνει σκηνή ωπ
Σπάει μπουκάλι και φωνάζει για εκδίκηση
Η στάση του αμείλικτη όνειρό του τ'ονειδος του να'ναι μια είδηση
Νομίζεις δε θυμάται; μικρός απτον καπνό να βρυχάται
Όσοι χτυπούσαν ψαχνό είχαν τρεις μάσκες
Τις οικογένειας οι πλάτες, πιστοί πελάτες κι εργάτες γι εθναρχες
Τα ίδια σκατα είναι αυτός αλλά.
Το ξέρεις ότι έρχονται και κάνεις πως κρύβεσαι
Καβάφη οι βάρβαροι θαρθουν μη θλιβεσαι
Κρυμμένες σε τρύπες και χωράφια πλυμμήρες και ποτάμια αν μπορείς φύγε δεν χωράς πια
Με τις νυκτεριδες στις σπηλιές κλικες Μελετάν αν
Αξίζει να σ'αφησουν να ξεφύγεις;

Κάθε τέλος ξαναγύρνα σαν μπούμερανγκ δεν να σε ακούσω να λες πουσαι μαν
Παιζουν πίσω Κούτες αν ψήνεις να τις μαζέψεις
Κάθε έμπορος ψεύτης εσύ τον δουλεύεις για να δουλέψει
Αλλά άλλος φράγκα παίρνει
Το βανασο σου για το βάναυσο ο Σίσυφος που την ανεβάζει στον Καύκασο
Με κάποιον άλλον θα τα βάλει το κλασσικό στεναχωρο
Που μόλις φας σκατο το ξερνάς στον από κάτω μπρο
Κι ας είσαι εκατοστό απ'τον πάτο
Αυτό εξιστορω τίποτα άλλο



Credits
Writer(s): Babis Jazzikis
Lyrics powered by www.musixmatch.com

Link