ΜΑΡΓΑΡΙΤΑΡΙΤΕΣ
Ήταν ήρεμα πολύ στη Σαγαπόπολη
Όλα θύμιζαν μία ειρηνική Monopoly
Χωρίς τα ζάρια, τις κόντρες, τις φυλακές
Ήταν μονότονη μα αλλόκοτη
O χρόνος ήταν δρόμος σπαρμένος μονάχα πρόκοπη
Κι άλλες τέτοιες λέξεις μέσα από το Αλφαβητάρι
Βασικά θυμίζαν πιο πολύ το Αλφαβητάρι
Λέξεις όπως το "κοπέλα" και το "παλικάρι"
Ήταν όλοι αφελείς, άρα μακάριοι
Τα μάτια αστράφταν στρας, τα χείλη γκλίτερς
Κανένα δώρο δεν είχε μαργαριτάρι
Και κανείς δεν μάδαγε ποτέ του μαργαρίτες
Το μόνο μέρος στον κόσμο που είχε μαργαριταρίτες
Παιδάκια γύρω να ποτίζουν με κανίστρες
Δεν είχε κανείς στρες
Δεν υπήρχαν πόρτες
Αφού ποτέ δε θα 'ταν κλειστές
Τα αγόρια δεν ήταν ιππότες
Ούτε τα κορίτσια μαύρες κότες
Δεν παίζανε καπότες
Αφού δεν ήταν θέμα το παιδί
Γιατί δεν ήταν κανενός
Όπως και κανένα παιδί
Τα μεγάλωναν όλα μαζί, όλοι μαζί
Δεν υπήρχαν οικογένειες
Μα παντού έβρισκες στοργή
Ήταν το τελευταίο μέρος πάνω στη Γη
Αλλού δεν έβρισκες ψυχή μετά από την καταστροφή
Είχαν περάσει αιώνες απ' όταν είχε συμβεί
Εδώ πέρα μαζευτήκαν κάποτε είκοσι, όσοι είχαν επιζήσει
Είχαν χτίσει στην κορφή της πόλης ένα παρεκκλήσι
Και εκεί είχαν ορίσει τους κανόνες
Που θα έπρεπε ο καθένας να τηρήσει
Έπειτα από συζητήσεις που κρατήσαν μήνες
Μα επιτέλους είχαν καταλήξει
Αν κι αυτό που τους βοήθησε δεν ήταν ένα πλάνο
Άλλο αν αυτοί το θεώρησαν ως του Θεού το πλάνο
Μια δεξαμενή που 'ταν γεμάτη με κάτι σαν LSD
Ήταν στην κορυφή εκεί, αλλά λίγο πιο πάνω
Εκεί που τύχαινε να έχει μία πηγή ενός ποταμού
Ήτανε πάνω της γυρτή
Οι είκοσι που αργότερα ονομάστηκαν σοφοί
Είδαν να αδειάζει το φορτίο της αργά πολύ σ' αυτή
Προφανώς τρομάξαν στην αρχή
Έπρεπε να δουν αν η ουσία είναι τοξική
Αυτός που ρίσκαρε να δει
Απ' αυτή είχε ανταμειφθεί
Αφού μπήκε σε ένα ταξίδι που δεν έλεγε να βγει
Αλλά δεν ήθελε παράλληλα, τα είχε τετρακόσια
Δοκίμασαν και οι άλλοι απ' αυτή
Αποφάσισαν ότι αυτός ο ποταμός
Θα αξιοποιηθεί για παροχή
Στην περιοχή που έμελλε η πόλη τους να δημιουργηθεί
Και χτίστηκε αυτή, τα χρόνια προχωράγαν
Όντως το θέμα της ύδρευσης είχε ήδη λυθεί
Η δεξαμενή παρείχε στο νερό αυτήν την ουσία
Για δεκαετίες δεν υπήρχε ανάγκη να μελετηθεί
Μέχρι που στα μισά απ' το σήμερα και την αρχή
Είχε εξαντληθεί η δεξαμενή
Αυτό που έπανέφερε στον κόσμο πίσω την οργή
Ήταν μονόδρομος ότι είχε μείνει απ' αυτή να αναλυθεί
Η ανάγκη έφερε αποτελέσματα
Κι αυτά ευχάριστα
Περάσαν μόλις δέκα Τρίτες
Οι απόγονοι εκείνων των σοφών όπου και γνώριζαν
Βρήκαν την ουσία μες τις μαργαριταρίτες
Δεν ήθελε πολύ τεστ, αυτό ήταν
Γεμίσαν την δεξαμενή όσο αρκεί, όσο το υπολογίσαν
"Θα βγάλει σίγουρα άνετα άλλους μερικούς αιώνες" έίπαν
Το θέμα θεωρείτο λήξαν
Όμως πίσω στην πόλη υπήρχε έντονη ανησυχία
Είχαν διαρρεύσει κάποια μυστικά αρχεία
Αυτά που αποκαλύπταν την ύπαρξη της ουσίας
Οπότε κάποιοι το αρνηθήκαν, το θεωρήσαν σκευωρία
Απέναντι απ' τη Σαγαποπόλη υπήρχε ένα νησί
Δεν υπήρχε η ανάγκη ποτέ να κατοικηθεί
Ούτε να εξερευνηθεί
Αλλά ο θρύλος έλεγε πως έχουν πάει ανά καιρούς
Άτομα που δεν τους είχε κανείς ξαναδεί
Δημιουργούσε δέος αυτή η μη-επιστροφή
Από κάποιους είχε θεωρηθεί ότι δεν είχανε τροφή
Και ότι στα δάση του αν έμπαιναν, θα είχανε χαθεί
Οι συνωμοσιολόγοι είχανε μία άλλη ερμηνεία
Το νησί ήταν η πραγματική Γη της Επαγγελίας
Κι όσο ήταν καθαροί χωρίς να πίνουν το νερό
Σαν θα πηγαίνανε εκεί θα λύναν τη δολοπλοκία
Ξανά στο σήμερα της Σαγαποπόλης
Κι αυτή την ιστορία
Τη διδάσκουν στα σχολεία
Με δύο τέλη, το ένα το φορούν και πιο πολύ:
Ότι τους αυτοεξόριστους τους βρήκε δυστυχία
Θέλαν μέλι, και δεν πήραν ούτε πρόπολη
Οι σοφοί πάνω στο λόφο που δεν ήταν πια ξωκλήσι
Μα ονομάζοταν ακρόπολη είχαν ανησυχήσει
Γιατί η δεξαμενή που σ' ένα μήνα θα αδειάσει
Δεν θα έχει τι πια μες τον ποταμό να χύσει
Κι αυτό γιατί δεν φυτρώναν πια οι μαργαριταρίτες
Μα ελάχιστα
Και κυρίως αρσενικές
Όπου δεν είχαν τα συστατικά
Θα αρκούσε για ένα μήνα μόλις
Μα το κόστος της εξαγωγής
Ήταν τόσο πολύ
Κι αυτό πώς να συνεχιστεί
Στο μεταξύ
Το κίνημα των αυτοεξόριστων είχε επανεμφανισθεί
Όλο και πιο πολλοί δεν πίνανε νερό
Δεν ήταν ευτυχείς
Έτσι συνέβη με τον πρωταγωνιστή
Κι αυτός είχε να πιει καιρό νερό
Και τώρα άγριος
Όλη μέρα στην ακτή χειρότερος
Μα νιώθει άγιος
Χαζεύει το νησί που έχουν τόσα ακουστεί
Σκέφτεται είναι μονόδρομος
Έχει ένα σώμα άδειο
Έχει ό,τι έχει ακούσει γραμμένα σε ένα τετράδιο
Το οποίο το 'βαλε κι αυτό μέσα σ' ένα σακίδιο
Ανέβηκε στη βάρκα του όσο είχε ντάλα ήλιο
Η διαδρομή μικρή το κύμα ήπιο
Δεν άργησε να φτάσει
Δεν κάθισε καθόλου
Δεν είχε κουραστεί
Και γιατί να ξαποστάσει;
Με το καλημέρα αμέσως χώθηκε στα δάση
Πίστευε θα βρει κάποιον να έχει επιζήσει
Μια σειρά από κρανία που σχημάτιζε μια ευθεία
Απ' ό,τι φαίνεται του έδωσε τις πρώτες απαντήσεις
Τραγωδία κι ειρωνεία η χαριτωμένη μελωδία
Που ηχούσε από μία μικρή σπουργιτίνα
Αυτός αναζητούσε τα θηρία που θα έπρεπε να ξέρει
Να αποφύγει να μη καταλήξει λεία
Έβλεπε και σκελετούς στο έδαφος σπασμένους
Και πάντα κάτω απ' τους πιο απότομους γκρεμούς
Επίσης δεν τους έβρισκε ποτέ του πειραγμένους
Μα ήταν πάντα άθικτοι και τι να βάλει ο νους;
Ο νους του πρωταγωνιστή πάντως ήδη είχε φύγει
Σε κόκαλα αρχίζει σε σκελετούς καταλήγει
Κι αφού δεν έχει εδώ άλλα ζώα πιο μεγάλα
Τότε γιατί κανένας τους δεν έχει επιζήσει;
Σε ένα μέρος ανοιχτό ένας θαμμένος σκελετός
Μόναχα το κρανίο ελεύθερο, στο στόμα ένα χαρτί
"Άμα μ' έχεις βρει, αυτό που μ' έχει βρει θα σε βρει
Άμα θέλεις να αργήσει μην πας στην ανατολή"
Άλλη μια εκατόμβη πλέον, δεν τον συγκινεί
Μια πινακίδα εμφανίζεται στη δύση
Κρεμασμένοι σκελετοί, γύρω απ' τον λαιμό σκοινί
Η πινακίδα λέει:
"Καλωσήρθες στο Αυτοκτονήσι"
Όλα θύμιζαν μία ειρηνική Monopoly
Χωρίς τα ζάρια, τις κόντρες, τις φυλακές
Ήταν μονότονη μα αλλόκοτη
O χρόνος ήταν δρόμος σπαρμένος μονάχα πρόκοπη
Κι άλλες τέτοιες λέξεις μέσα από το Αλφαβητάρι
Βασικά θυμίζαν πιο πολύ το Αλφαβητάρι
Λέξεις όπως το "κοπέλα" και το "παλικάρι"
Ήταν όλοι αφελείς, άρα μακάριοι
Τα μάτια αστράφταν στρας, τα χείλη γκλίτερς
Κανένα δώρο δεν είχε μαργαριτάρι
Και κανείς δεν μάδαγε ποτέ του μαργαρίτες
Το μόνο μέρος στον κόσμο που είχε μαργαριταρίτες
Παιδάκια γύρω να ποτίζουν με κανίστρες
Δεν είχε κανείς στρες
Δεν υπήρχαν πόρτες
Αφού ποτέ δε θα 'ταν κλειστές
Τα αγόρια δεν ήταν ιππότες
Ούτε τα κορίτσια μαύρες κότες
Δεν παίζανε καπότες
Αφού δεν ήταν θέμα το παιδί
Γιατί δεν ήταν κανενός
Όπως και κανένα παιδί
Τα μεγάλωναν όλα μαζί, όλοι μαζί
Δεν υπήρχαν οικογένειες
Μα παντού έβρισκες στοργή
Ήταν το τελευταίο μέρος πάνω στη Γη
Αλλού δεν έβρισκες ψυχή μετά από την καταστροφή
Είχαν περάσει αιώνες απ' όταν είχε συμβεί
Εδώ πέρα μαζευτήκαν κάποτε είκοσι, όσοι είχαν επιζήσει
Είχαν χτίσει στην κορφή της πόλης ένα παρεκκλήσι
Και εκεί είχαν ορίσει τους κανόνες
Που θα έπρεπε ο καθένας να τηρήσει
Έπειτα από συζητήσεις που κρατήσαν μήνες
Μα επιτέλους είχαν καταλήξει
Αν κι αυτό που τους βοήθησε δεν ήταν ένα πλάνο
Άλλο αν αυτοί το θεώρησαν ως του Θεού το πλάνο
Μια δεξαμενή που 'ταν γεμάτη με κάτι σαν LSD
Ήταν στην κορυφή εκεί, αλλά λίγο πιο πάνω
Εκεί που τύχαινε να έχει μία πηγή ενός ποταμού
Ήτανε πάνω της γυρτή
Οι είκοσι που αργότερα ονομάστηκαν σοφοί
Είδαν να αδειάζει το φορτίο της αργά πολύ σ' αυτή
Προφανώς τρομάξαν στην αρχή
Έπρεπε να δουν αν η ουσία είναι τοξική
Αυτός που ρίσκαρε να δει
Απ' αυτή είχε ανταμειφθεί
Αφού μπήκε σε ένα ταξίδι που δεν έλεγε να βγει
Αλλά δεν ήθελε παράλληλα, τα είχε τετρακόσια
Δοκίμασαν και οι άλλοι απ' αυτή
Αποφάσισαν ότι αυτός ο ποταμός
Θα αξιοποιηθεί για παροχή
Στην περιοχή που έμελλε η πόλη τους να δημιουργηθεί
Και χτίστηκε αυτή, τα χρόνια προχωράγαν
Όντως το θέμα της ύδρευσης είχε ήδη λυθεί
Η δεξαμενή παρείχε στο νερό αυτήν την ουσία
Για δεκαετίες δεν υπήρχε ανάγκη να μελετηθεί
Μέχρι που στα μισά απ' το σήμερα και την αρχή
Είχε εξαντληθεί η δεξαμενή
Αυτό που έπανέφερε στον κόσμο πίσω την οργή
Ήταν μονόδρομος ότι είχε μείνει απ' αυτή να αναλυθεί
Η ανάγκη έφερε αποτελέσματα
Κι αυτά ευχάριστα
Περάσαν μόλις δέκα Τρίτες
Οι απόγονοι εκείνων των σοφών όπου και γνώριζαν
Βρήκαν την ουσία μες τις μαργαριταρίτες
Δεν ήθελε πολύ τεστ, αυτό ήταν
Γεμίσαν την δεξαμενή όσο αρκεί, όσο το υπολογίσαν
"Θα βγάλει σίγουρα άνετα άλλους μερικούς αιώνες" έίπαν
Το θέμα θεωρείτο λήξαν
Όμως πίσω στην πόλη υπήρχε έντονη ανησυχία
Είχαν διαρρεύσει κάποια μυστικά αρχεία
Αυτά που αποκαλύπταν την ύπαρξη της ουσίας
Οπότε κάποιοι το αρνηθήκαν, το θεωρήσαν σκευωρία
Απέναντι απ' τη Σαγαποπόλη υπήρχε ένα νησί
Δεν υπήρχε η ανάγκη ποτέ να κατοικηθεί
Ούτε να εξερευνηθεί
Αλλά ο θρύλος έλεγε πως έχουν πάει ανά καιρούς
Άτομα που δεν τους είχε κανείς ξαναδεί
Δημιουργούσε δέος αυτή η μη-επιστροφή
Από κάποιους είχε θεωρηθεί ότι δεν είχανε τροφή
Και ότι στα δάση του αν έμπαιναν, θα είχανε χαθεί
Οι συνωμοσιολόγοι είχανε μία άλλη ερμηνεία
Το νησί ήταν η πραγματική Γη της Επαγγελίας
Κι όσο ήταν καθαροί χωρίς να πίνουν το νερό
Σαν θα πηγαίνανε εκεί θα λύναν τη δολοπλοκία
Ξανά στο σήμερα της Σαγαποπόλης
Κι αυτή την ιστορία
Τη διδάσκουν στα σχολεία
Με δύο τέλη, το ένα το φορούν και πιο πολύ:
Ότι τους αυτοεξόριστους τους βρήκε δυστυχία
Θέλαν μέλι, και δεν πήραν ούτε πρόπολη
Οι σοφοί πάνω στο λόφο που δεν ήταν πια ξωκλήσι
Μα ονομάζοταν ακρόπολη είχαν ανησυχήσει
Γιατί η δεξαμενή που σ' ένα μήνα θα αδειάσει
Δεν θα έχει τι πια μες τον ποταμό να χύσει
Κι αυτό γιατί δεν φυτρώναν πια οι μαργαριταρίτες
Μα ελάχιστα
Και κυρίως αρσενικές
Όπου δεν είχαν τα συστατικά
Θα αρκούσε για ένα μήνα μόλις
Μα το κόστος της εξαγωγής
Ήταν τόσο πολύ
Κι αυτό πώς να συνεχιστεί
Στο μεταξύ
Το κίνημα των αυτοεξόριστων είχε επανεμφανισθεί
Όλο και πιο πολλοί δεν πίνανε νερό
Δεν ήταν ευτυχείς
Έτσι συνέβη με τον πρωταγωνιστή
Κι αυτός είχε να πιει καιρό νερό
Και τώρα άγριος
Όλη μέρα στην ακτή χειρότερος
Μα νιώθει άγιος
Χαζεύει το νησί που έχουν τόσα ακουστεί
Σκέφτεται είναι μονόδρομος
Έχει ένα σώμα άδειο
Έχει ό,τι έχει ακούσει γραμμένα σε ένα τετράδιο
Το οποίο το 'βαλε κι αυτό μέσα σ' ένα σακίδιο
Ανέβηκε στη βάρκα του όσο είχε ντάλα ήλιο
Η διαδρομή μικρή το κύμα ήπιο
Δεν άργησε να φτάσει
Δεν κάθισε καθόλου
Δεν είχε κουραστεί
Και γιατί να ξαποστάσει;
Με το καλημέρα αμέσως χώθηκε στα δάση
Πίστευε θα βρει κάποιον να έχει επιζήσει
Μια σειρά από κρανία που σχημάτιζε μια ευθεία
Απ' ό,τι φαίνεται του έδωσε τις πρώτες απαντήσεις
Τραγωδία κι ειρωνεία η χαριτωμένη μελωδία
Που ηχούσε από μία μικρή σπουργιτίνα
Αυτός αναζητούσε τα θηρία που θα έπρεπε να ξέρει
Να αποφύγει να μη καταλήξει λεία
Έβλεπε και σκελετούς στο έδαφος σπασμένους
Και πάντα κάτω απ' τους πιο απότομους γκρεμούς
Επίσης δεν τους έβρισκε ποτέ του πειραγμένους
Μα ήταν πάντα άθικτοι και τι να βάλει ο νους;
Ο νους του πρωταγωνιστή πάντως ήδη είχε φύγει
Σε κόκαλα αρχίζει σε σκελετούς καταλήγει
Κι αφού δεν έχει εδώ άλλα ζώα πιο μεγάλα
Τότε γιατί κανένας τους δεν έχει επιζήσει;
Σε ένα μέρος ανοιχτό ένας θαμμένος σκελετός
Μόναχα το κρανίο ελεύθερο, στο στόμα ένα χαρτί
"Άμα μ' έχεις βρει, αυτό που μ' έχει βρει θα σε βρει
Άμα θέλεις να αργήσει μην πας στην ανατολή"
Άλλη μια εκατόμβη πλέον, δεν τον συγκινεί
Μια πινακίδα εμφανίζεται στη δύση
Κρεμασμένοι σκελετοί, γύρω απ' τον λαιμό σκοινί
Η πινακίδα λέει:
"Καλωσήρθες στο Αυτοκτονήσι"
Credits
Writer(s): Thomas Monadas
Lyrics powered by www.musixmatch.com
Link
© 2024 All rights reserved. Rockol.com S.r.l. Website image policy
Rockol
- Rockol only uses images and photos made available for promotional purposes (“for press use”) by record companies, artist managements and p.r. agencies.
- Said images are used to exert a right to report and a finality of the criticism, in a degraded mode compliant to copyright laws, and exclusively inclosed in our own informative content.
- Only non-exclusive images addressed to newspaper use and, in general, copyright-free are accepted.
- Live photos are published when licensed by photographers whose copyright is quoted.
- Rockol is available to pay the right holder a fair fee should a published image’s author be unknown at the time of publishing.
Feedback
Please immediately report the presence of images possibly not compliant with the above cases so as to quickly verify an improper use: where confirmed, we would immediately proceed to their removal.